Αν ποτέ κοιτάξεις, βαθιά κάτω απ' τη γη.
Βασίλειο μονάχο στέκει.
Υπάρχουν πότες, ήρωες και μελαγχολικοί.
Και πάντα γύρω βρέχει.
Στον πύργο τον ψηλότερο, τον κεραυνοπληγμένο.
Μάτια ατενίζουν μακριά.
Πίσω από μάσκα ωχρή, ένα πρόσωπο θλιμμένο.
Με κρυσταλλένια δάκρυα.
*
Τούτος ο μονάρχης μονάχα σκέφτεται, βυθίζεται.
Χάνει τα λογικά του.
Κι αν υπάρχει μια ελπίδα στη γη που αντικρίζετε.
Αυτή που κάπου-κάπου.
Ανοίγει το ντουλάπι,κρυμμένο μεσ' το θρόνο.
Αν και λίγο αργά, το χαμόγελο γυρίζει.
Αγγίζει το αντικείμενο που σταματά το χρόνο.
Ανασαίνει βαθιά, τριαντάφυλλο π' ανθίζει.
*
Σίγουρα το 'χεις καταλάβει, το ξέρεις.
Πως μαζί σου.
Περπατώ πέρα απ' της συννεφιάς τα μέρη.
Κι αν περάσουν.
Μέρες να σε δω, σφιχτά να σ' αγκαλιάσω.
Δεν έχω παράθυρο.
Να κοιτάξω,με νου ν' αποδράσω.
Σ' ένα δώμα σκοτεινό.
*
Μοιάζεις λουλούδι που σκοτώνει το φθινόπωρο.
Σα σφαίρα.
Εμφανίζεσαι όταν ο Λύκος παίρνει τον κατήφορο.
Μικρή fiera.
Τα νύχια σου με διώχνουνε, μάτια που λένε "έλα".
Έλα, εδώ.
Μονάχα μην πικρένεσαι,στη μοναξιά μου γέλα.
Που σ' αγαπώ.
*
Αν ποτέ σου δεις, βαθιά κάτω απ' το δέρμα.
Βασίλειο μ' εφιάλτες.
Υπάρχει κάτι που το βαστά, πριν φτάσουμε το τέρμα.
Ατέλειωτες ψιχάλες.
Η μάσκα που ραγίζει, θυμίζει εμένα.
Δε βρέχει πλέον έξω.
Το τριαντάφυλλο, μονάχα εσένα.
Μικρό μου ουράνιο τόξο.