Plastic

30.10.10

Σε μαγαζί υπόγειο ξέχασα πως ζω στην Αθήνα. Κι ο κόσμος χτυπιότανε, σαν να μην έπαιζε αύριο. Με βρώμικο οινόπνευμα να χαϊδεύει τα παγάκια που μου φτιάχνουν τόσο τη διάθεση. Ούτε που ακουγόντουσαν, η μουσική πιτσίλιζε τα χρώματα της ίριδας.  Ξηροί καρποί από πέρσι. Ανάμεσα στους νεκροζώντανους που έβγαζαν σπασμένα-παρέα-είδα μια κούκλα. Σκαστή της βιτρίνας, ξεχνώντας τις ματιές βιαστή στις αδρές καμπύλες. Κρύφτηκε στο δυάρι της και μεταμορφώθηκε, από χρυσαλλίδα σε σκύλα. Πλαστική ήταν η ομορφιά. Ανέγγιχτη. Γιατί οι ανάσες όσων την ήθελαν γι απόψε, δεν την έφταναν, δεν την ένοιαζαν. Κανένα δεν κοιτούσε αληθινά, ένα μικρό φόρεμα και γόβες. Σπασμωδικά κουνήματα. Σαν να μην έπαιζε αύριο. Μια τελευταία τζούρα ζωής, στον πανικό του όχλου. Ανάποδη- διότι η μεριά δίσκου του πικάπ ίσως να μην παίζει εντός ολίγων ημερών. Σκέφτομαι τόσο πολύ για να διασκεδάζω έξω. Και γυρνώ, παραπατώ. Κάτι μου λεν οι δρόμοι. Πόρτα που κλείνει με δύναμη. Κι η μπλούζα που μυρίζει παρακμή, αγκαλιάζει την καρέκλα. Απρόσωπα, εγώ το πάπλωμα.
Μετά, μου έρχεσαι, άξαφνα. Στο μυαλό, καίγοντας ότι έμεινε με ισχύ βόμβας ναπάλμ. Πώς στα κομμάτια να σε ξεχάσω. Στα εισαγωγικά μιας ζωής που με στέλνει. Έτσι απλά και τόσο μακριά. Όμοια μ' αντιπαράδειγμα αμερικανικής ταινίας. Μα τα πράγματα δεν είναι μονόχνοτα, έτσι που τα δείχνουν οι παρέες. Φαύλοι θεματικοί κύκλοι, αγάπησες να λες "βαριέμαι". Στις παρέες, μίλησα με ειλικρίνεια. Έτσι και με ξέχασαν, δεν τσουγκρίζουν για μένα. Παράξενος, ξέμεινα. Άστα. Εσύ όμως είσαι πράγμα διαφορετικό Ξεχωρίζεις μεσ' τα σπίρτα μου, σε βρίσκω πάντα στο κομοδίνο Σαν μια άλλη πλευρά στην πραγματικότητα. Ψυχρή, στάλα διαφορά από τη θερμοκρασία σώματος. Ασυναίσθητα, βγήκα στο μπαλκόνι. Θα  περιμένω εδώ, στη σκοτεινή μεριά. Παρακολουθώντας τις κούκλες να γυρνάνε σπίτι, πάλι στη βιοπάλη. Ως το επόμενο Σάββατο, θα ψάξουν φωτιά στα σωθικά τους. Μια μαριονέτα η αφεντιά μου, μπλεγμένη μ' ανύπαρκτες κλωστές. Σκέψου πώς είναι. Κλεισμένος στο πλαίσιό τους, παράλληλα στον προσωπικό κόσμο. Εναντίον ηλιθίων και φαντασμάτων, με στηρίζει ίσα η θύμησή σου. Και δεν ξέρω γιατί έβαλα τελικά τόσους περιορισμούς. Μιας και οι ηλίθιοι δεν τακιμιάζουν ποτέ τους με φαντάσματα. Νόρμες στο πετσί του Νόρμαν Όζμπορν, η σιγή σπάει κάθε τόσο με λέξεις. 
Πονάνε, κάψιμο στ' ακροδάχτυλα.
Ακόμα μια τραχιά ανάσα. 
Κάθε φορά, μπορεί η τελευταία.

re-Run

22.10.10

"Η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα." Εμένα μου λες. Λέγε μου κιάλες τέτοιες σοφίες, ίσως ξυπνήσω το πρωί αγόγγυστα. Χωρίς να θέλω να σκοτώσω την ώρα μου με κάτι. Μα επειδή το όπλο δεν έχει σφαίρες, μέρες τώρα, θα δοκιμάσω να χτυπήσω την ανία μου, χωρίς να κουτουλήσω άλλους καθρέφτες. Ναι, ας βρούμε κάτι να ξεχαστούμε. Ας βάλουμε το είναι μας σ' αυτή τη φράση. 
"Και τότε αυτός την είδε."
Ας δώσουμε νόημα σε έξι άδειες λέξεις γραμματοσειράς. Γιατί αυτή η σκέψη μου έκατσε, δεν πάει παραπέρα η βαλίτσα. Κάνω μια ένεση καφεΐνης σ' αυτό το πλασματικό σκηνικό. Νευρικά, μπορεί. Πόσα σκηνικά σου έρχονται στο νου; Έχουμε και λέμε. Την έκανε χάζι. Τον είχε χωρίσει επεισοδιακά, το προηγούμενο βράδυ. Ή μήπως τη μισούσε, που δεν τον καταλάβαινε, τόσα χρόνια σχέσης; Είναι δυνατό να 'βλεπε κισμέτ στα μάτια της- ενώ εκείνη ούτε στάλα ήταν, του ονείρου η κοπελιά. Γιατί οι ρομαντικοί μαλάκες πεθαίνουν στο πεζοδρόμιο. Κουρασμένα ρεφρέν και φωτογραφίες. Άραγε ήταν φτιαγμένη για μπουζούκια ή αγουροξυπνημένη κι άβαφη, ίσα που πετάχτηκε να πάρει τσιγάρα ως το περίπτερο; Βραχνή φωνή, ένα πακέτο lights. Στυλ και timing, στους κωμικούς και τη ζωή μας, έτσι θα την παλέψουμε. Και κείνος ίδρωσε κάτω από ένα λινό πουκάμισο. Ίσως και να γύρναγε απ' τη δουλειά, μισοπεθαμένος. Πρόχειρος με χαμογελαστές σόλες παπουτσιών.  Απλά φαντάσου. Αφού αγνοούμε τη μισή μας ζήση, πιστεύοντας πως είμαστε το επίκεντρο του γαλαξία. Εγωκεντρικοί, δε σηκώνω τηλέφωνα, χτυπάνε ακριβώς όταν δεν πρέπει και τ΄ αντίστροφο. Σαββατόβραδο μοναξιάς, τηλεόραση ανοιχτή. Έπειτα, πώς συνέβη: την άφησε να περάσει σαν carpe diem βλαστήμια που μετανιώνεις σπίτι. Ειδάλλως της μίλησε, αλλάζοντας επίτηδες τη φωνή του, σα να 'χε φάει μέλι. Μελό δεν ήταν τα γούστα του, της έδειξε ειλικρίνεια. Μα δε βρέθηκε άνθρωπος να μ' ακούσει, ήχοι γραναζιών με καταπίνουν. Μένουμε μόνοι κι έτσι τελειώνει. Χωρίς sequel. Θα χάραζες την τελεία πάνω μου; Γιατί όπως είπε κι ο B.D. Foxmoor, το τέλος είναι η μαγεία. Με ένα χαστούκι ή ένα ατέρμονο φιλί έληξαν όλα. Ξεκινώντας απ' την αρχή.
Στα δέκα λεπτά αυτά χάθηκα.
Ήταν τόσα που ήθελα να πω.
Τελειωμό δεν έχουνε, οι δρόμοι της ζωής. 

Sickof

15.10.10

Επανάληψη χρειάζεται, σε κάθε τι που σου γράφω. Γίνομαι ακατανόητος δίχως να θέλω, με σκέψεις ωμές. Συγκεχυμένες. Και όσο περνά ο καιρός είναι δυσκολότερο να τις κάνω ζάφτι. Σαν να μην ήταν η τυχερή μέρα, τελικά. Μοιάζω με γέρο που ψελλίζει ακατάληπτα. Συγχωρέστε με. Στο δρόμο της δημιουργικότητας δεν μπορώ να κοιτάζω μόνιμα το κοινό, ως άλλος Ray Charles. Δειλινά που με εκφράζουν κυνηγώ, προσηλωμένος κι απρόσιτος. Έτσι πορεύομαι, έτσι υπάρχω. Άσχετα με το αν καταφέρνω να σκαρώσω κάποιο τρικ, ώστε να διώξω τη στενοχώρια. Δεν ξέρω αν όλα αυτά στηρίζονται κάπου. Τυφλός άνευ αυλαίας- όσοι θλίβω χειροκροτούν. Σ' αυτό το μικρό θέατρο του παραλόγου. Ανέκαθεν δε μου άρεσαν οι κάθετες σχέσεις. Ας γίνουμε ξεκάθαροι. Θέτοντας σα βάση το ότι οι καταστάσεις που ζούμε διαφέρουν απ' τη σκοπιά του καθενός. Θέμα γούστου, λοιπόν. Γεύσεις, όπως είπα. Τόσο σχιζοειδικά διακλαδίζονται τα μυαλά των ανθρώπων γύρω. Πρόσωπα στο μετρό που δε θα ξαναδώ. Το μόνο που προσπαθώ, μη χάσω την αντανάκλασή μου, χαμένος στο συφερτό. Καταλαβαίνεις τώρα γιατί γίνομαι κολλιτσίδα στις ιδέες μου. Ενθουσιάζομαι, ας βρίσκονται σε νεογυλό στάδιο. Αφού ποζάρουν όμορφες για μένα- αυτό αρκεί για τον ενστικτώδη εγωισμό. Primitive. Λέξη που σου φέρνει στο νου εικόνες ιθαγενών που χορεύουν στις φλόγες. Και καίγονται, κανένας θεός δε βοηθάει. Τον ιδιοκτήτη της απεραντοσύνης, που μόνο εκείνος βλέπει. Ο Μπλέικ τα λιβάδια, ο Πόε τα φαντάσματα. Με το ίδιο αίσθημα, κρατιέμαι ενώ πέφτω. Δύστροπο να μοιραστείς κάτι που 'ναι προσωπικό.
Δε θα 'ταν παρ' όλα αυτά άδικος κόπος, να δοκιμάσεις ν' ακολουθήσεις με το δικό σου τρόπο, τα ψίχουλα του παραλογισμού μου. Έναυσμα σου δίνω, από φαιδρές γραμμές. Ζωγράφισε, με το δικό σου κατακλυσμό. Όταν κλειδώνεσαι στο μπάνιο. Όσο κι αν χτυπήσω, η πόρτα δεν ανοίγει. Κέλυφος σκληρό-πόσο τους σιχαίνεσαι καμιά φορά. Να σε προσεγγίσω παραφυσικά; Μα έχω μόνο ένα χέρι που γράφει ετούτο το σημείωμα που μπαίνει απ' τη σχισμή. Είμαστε τόσο μακριά, ρολόγια που κοιτιούνται στην κούφια πόλη. Ενδιάμεσα βήματα, κτίρια κι αριθμοί. Μακάρι να μπορούσα να σου δείξω τι αντικρίζω με κλειστά μάτια. Ανούσιο. Θα μου πεις, τ' αστέρια δε σημαίνουν το ίδιο για τον καθένα. Κι εφόσον δε μπορώ να φιξάρω τη διάθεσή σου, τότε μάλλον ερασιτεχνικά. Θα σε πάω αλλού. Γιατί εδώ δε θα τη βγάλουμε. Όχι μ' αυτές τις σακούλες στα μάτια. 
Ξαπλώνω κοιτώντας το ταβάνι.
Ταχυπαλμίες, άσχημο hangover.
Αχ, πόσο θα 'θελα ένα καφέ. 

Yellow Sorrow

8.10.10

Το σκηνικό κουνιέται κάθε τόσο, παρακαλώ προσδεθείτε και μην καπνίζετε. Αφού ο πιλότος πια δεν την παλεύει. Τις στιγμές που πλέεις νήνεμος, τινάζεσαι βίαια. Σαν αμάξι που σβήνει και ξαναβάζεις μπρος. Κοίτα που τυχαίνει πάντα στα φανάρια- άθελα να σταματάς. Γκαντεμιά, να το μπλέξιμο. Βρισιές και κόρνες, κέρασμα. Απ' τις μπογιές la vie ένα πέρασμα. Για όσα λέω σκοτίζεσαι. Μα μη μου ρίχνεις βλέμμα αφεντικού, οι σιωπές με τρελαίνουν. Πάνω απ' όλα, τίποτα σχετικά με το αν ωρίμασα μη ρωτάς, στα χρόνια που μαζοχιστικά μετράμε. Δε θ' απαντήσω παρά με ουλές, που φανερώνουν θέληση. Κάτω απ' το μαξιλάρι κράτησα ζωντανό, όνειρο ενός ανθρώπου. Μονάχα μ' αυτά τα δύο γυρνάει η Γη στην αντίστροφη φορά. Αν χαλάσεις το μηχανισμό. Μάλλον έτσι θα γυρίσω, θα βρω τα κομμάτια μου, σε βάθος χρόνου. Σκόρπια παντού. Παζλ νιώθω, μωρό μου.
Ωστόσο, συναντώ ερωτηματικά που και που. Αλίμονο αν έπρεπε να χάσω τόσα πιόνια, ίσα για να ρίξω μια ματιά στην απέναντι μεριά της σκακιέρας. Αν ήταν αλλιώς, ίσως...
Type 0 negative
Δε θα μπορούσα να τη βγάζω σε μια υπόθεση. Θα έμοιαζα να φτύνω όσα κυνήγησα. Μικρόψυχος, μου χάλασαν τα κάστρα μου. Μια υπόθεση είναι τόσο αδρή- ξεχνιέμαι στις λεπτομέρειες. Αφήνω το βλέμμα κάπου, λύπη στα ζυγωματικά. Ζήσε, η τούρτα έχει πολλά κομμάτια- σιχαμένες όσο και γουστόζικες γεύσεις. Κι άμα τα σκυλιά σας με πιάσουν ένα πρωί θα νιώσω λιγάκι περήφανος. Που ήμουν αυτός που έγινα, ποιον πάω να κοροϊδέψω. Μπαλαντέρ. Ζήσε, που να πάρει. Η Τηλεόραση δε θα σε φιλοξενεί όταν κοπεί το ρεύμα. Κολυμπάω σε απομεινάρια παγωτού, ζυγώνει απόψυξη. Πολλή ζάχαρη δε βαστά- κουτσή πασαρέλα των μικροαστών. Σα να 'ταν τριγλυκερίδια. Όπως και να 'χει δε θα εφαρμόσω τέλεια στο βύσμα που με ήθελαν. 
Μη σκας.
Συνέχισε να ζεις.
Καλύτερα πράγματα θα έρθουν όσο το κάνεις. 

D. Dance

1.10.10

Τα σπουργίτια δεν παντρεύονται. Βρίσκουν συντρόφους σε χορούς φθινοπώρου και αγαπιούνται χωρίς πληγές. Αλητάκια που μένουν σε φωλιές χελιδονιών για να μη φύγουν όταν το κρύο γίνει πλέον ανυπόφορο. Μένουν αγκαλιασμένα, μα δεν πνίγουν το ένα τ' άλλο. Μ' ένα τρόπο δύσκολο για το σύνολο, που απλά κοιτά να πιαστεί από σένα. Μα πώς να εξηγήσεις ότι τα φιλιά στη βροχή κρύβουν πιότερο ρομαντισμό από κάθε διαφήμιση σοκολάτας; Κάποια πράγματα δεν είναι ευκόλως εννοούμενα, μιας και υπάρχουν τόσες διαφορετικές προοπτικές στις λέξεις που ξεπηδούν από την πρωινή εφημερίδα. Κρατάς ότι χρειάζεσαι και πετάς τη φυλλάδα. Κι όμως τα σπουργίτια δε νοιάζονται για την εφημερίδα σου, τη συναισθηματική ασφάλεια ή τον καιρό. Ταξιδιάρικό τους βλέμμα, περνά μέσα απ' τα αγχωτικά παράθυρα, στα σύννεφα μακριά. Μ' ένα τρόπο που θα 'θελα να βλέπω.
Χμ. Εδώ μπαίνει ο ρόλος της δεσποσύνης που κοιτούσα στο διάλειμμά μου. Το μόνο που έλειπε, ένα σμάρι κόσμος να την τρελαίνει. Κάνε όπως λένε, μπορεί να πάψεις να κάνεις το δικό σου, μα όλα θα πάνε βολικά. Όχι φίλε. Δεν ήταν απαραίτητο ένα δεύτερο Fight Club για να μάθω πως ό,τι κρατάς σε κρατάει.  Γι αυτό μη νιώθεις μόνη: τόσο διαφορετική. Ξέρω και ξέρεις πως δε θα υπάρξει γραβάτα να με πνίξει, συνοικέσιο που να σε ψήσει. Όχι. Θα παραμείνουμε στις βλέψεις μας γιατί αυτές είναι που μας δίνουν τη δύναμη να σηκωθούμε. Θα έχω την κοπέλα αγκαλιά, όταν θα 'ρθουν να με πιάσουν ζωντανό. Γιατί τελικά ολόκληρος είμαι πιο επικίνδυνος στη συνείδηση της περσόνας που λειτουργεί με λογισμικό. Βρήκα ξανά το κομμάτι που μου έλειπε. Ψυχραιμία. Οι καταστάσεις που πάνε να με φυλακίσουν, κάθε φορά. Άστες να έρθουν. Θα ξεφύγω.
Πετώντας σα σπουργίτι.
Τις δύσκολες ώρες αν μια λέξη χάραζα πάνω μου.
Θα έγραφε καθαρά:"Ανεξαρτησία".