Draggin

18.12.11

Ήταν τα σύννεφα που μ' έφεραν εδώ.
Οι ανάσες εύχονται στον ανοιχτό ουρανό.
Εδώ, στην πορφυρή άκρη του κόσμου.
Ειν' ο ορίζοντας δικός μου.
Όσα με φυλακίζουν.
Δε θα με βρουν.
Μαζί με όσες τύψεις έχουν μείνει στο ράφι.
*
Δες τα σημάδια που έχω στην πλάτη.
Μονοπάτια οδηγούν σε ομιχλένια κράτη.
Λουλούδια που ανθίζουν στο συρματόπλεγμα.
Κλάμα να τα ποτίσει, του χρόνου ξόδεμα.
Όσα με πνίγουν.
Πια πόνο δε δίνουν.
Μονάχα αυτή την πικρή ευχαρίστηση, ακόμα ζεις.
*
Ήταν η βροντή που μ' έσυρε εδώ.
Μια αγκαλιά θα πάρω το γκρίζο εαυτό.
Εδώ, στου ουράνιου τόξου το τέρμα.
Θ' αλλάξω επιτέλους δέρμα.
Όσα σε στενοχωρούν.
Θα τα κάνω να χαθούν.
Μ' ένα μαγικό ή έστω, λίγο χιούμορ.
*
Περιμένοντας τη μέρα που ο Βόλντεμορτ θ' αναστηθεί.
Κι ο Τζόκερ θα βγει απ' τη στενή με αναστολή.
Πονεμένο χέρι στέλνει γράμματα.
Σε όμορφες καρδιές με ράμματα.
Όσα ονειρεύομαι φεύγουν.
Κατά βάθος ξέρουν.
Πως θα τα κυνηγώ.
Μέχρι να χάσω απ' τα μάτια μου τον ουρανό.

 









 

Draco

10.12.11

Βρέθηκα να κάνω τουρισμό.
Σε μια άγνωστη εθνική οδό.
Κυνόδοντές μου κοφτεροί κι η γλώσσα ειν' κομμένη.
Τράκα κάνω τα χρόνια μου, πόσος καιρός να μένει.
Μέχρι τα σύννεφα να φτάσω.
Άγγελος? Ποιος είναι Άγγελος?
*
Απ' το σταθμό στο πουθενά, βαμπίρ ερωτευμένο.
Ταξιδεύω σ' όνειρο κι ειν' το κορμί μου ξένο.
Σκαλιά λεωφορείου και ράγες του συρμού.
Μια τρύπα χάσκει ορθάνοιχτη στο στήθος μου.
Κι ένα φωτοστέφανο θηλιά.
Άγιος? Ποιος είναι Άγιος?
*
Χαμένος στην καρδιά του κόσμου, μέσα εκεί.
Να ψάχνω δίχως χάρτη, τον πιο μεγάλο θησαυρό.
Μικρή μου ηλιαχτίδα, στο δρόμο ειν' η χαραυγή.
Κι οι σκιές είπαν πως θα ζήσω ένα χρόνο ακόμη εδώ.
Στο χέρι το ροζάριο. Πιστεύω πως μπορώ.
Είδε κανείς σας το Θεό.
*
Έχω δυο ρεβόλβερ στα βλέφαρα.
Φτηνό ουίσκι, στη χάρτινη σακούλα.
Ειρωνεύεσαι, λες τάχα δε θα φτάσω μακριά.
Αυτό το άρρωστο χαμόγελο που κρύβει η κουκούλα.
Σε φοβίζει.
Ποιος? Ποιος θα με σταματήσει?
Σίγουρα όχι.
Εσύ.

Deep

4.12.11

Βούτηξα από ψηλά, για τελευταία φορά.
Πέφτοντας στα βαθιά.
Ξεχνάς ποιος θα σε σώσει.
Τα ονόματα που φάνταζαν σημαντικά.
Μικρέ μου Λεβιάθαν.
Έπεσα για να βγω διαφορετικός.
Κάπως αλλιώς.
Μέχρι τη σημαδούρα.
Μάθε τη ζωή την κακομοίρα.
Πίνοντας νερό μ' αλμύρα.
Μα την αλήθεια, έμαθα.
Ωστόσο δεν θα μαι αυτός που το γαλάζιο θ' αδειάσει.
Όχι.
Σαν πιστό στον ορίζοντα σκυλί.
Τα κατάφερα, φτάνοντας πιο πέρα.
Κοιτώντας κάτω δεν είδα.
Μήτε Ατλαντίδα, μήτε Τιτανικό.
Μονάχα το Βυθό.
"Ποιος είν' εκεί?" Φώναξα.
"Είμαι εσύ και συ είσαι εγώ." Είπε η θάλασσα.
Έπειτα δε μίλησα, έκανα το νεκρό.
Με βλέμμα κενό.
Αντίκρισα.
Το σκοτεινό εαυτό.