Anthem

29.6.15

Κοιτά μαμά, η κρεμάλα.
Και η σκιά μεγάλωσε σα να την τάισα γάλα.
Είχα τρεις φίλους, τώρα κοιμούνται με σκυλιά.
Και έχω ένα φόβο, ένα φόβο στην καρδιά.
*
Κοιτά μπαμπά,γκρεμίζουνε τα όνειρα.
Μεγάλωσα και 'γω, αν και λιγάκι αθόρυβα.
Μυρίζω οργή στον κόσμο και αίμα στα στενά.
Κι έχω ένα φόβο, ένα φόβο στην καρδιά.
*
Δείτε καλοί μου άνθρωποι, κοιτάτε με ψυχή.
Το αύριο που έρχεται, με τη λοβοτομή.
Μα πριν να με κλειδώσετε, μπλούζα λευκή, φαρδιά.
Είχα ένα φόβο, ένα φόβο στην καρδιά.
*
Είχα ιστορία σουβενίρ, άσχημα πλαστικά.
Είχα Δεσμώτη μπάσταρδο, έγνεφε τσιμουδιά.
Με γόνατα που τρέμανε στη δουλειά και στο μυαλό ουρλιαχτά.
Κάποιος με φώναξε:"ραγιά".
Μ' αυτό το φόβο, αυτό το φόβο στην καρδιά.
*
Κοιτά μαμά, μια διχάλα.
Παλεύει λέει ο άνθρωπος, τον άνθρωπο αντάμα.
Κι αν ζήτησες Ομόνοια και ήρθε μαχαίρια;
Κι αν άνθισαν παντού εχθροί κι έσπειρες φαμελιά;
*
Ελπίζω.
*
Σε σχέδια που δεν ειν' χαρτιά.
Θα σφίξω το ζωνάρι μου, θα λύσω τα σκυλιά.
Θα περισώσω το παιδί και ας καούμε τ' άλλα.
Θα ασπαστώ το διάβολο, θα κατεβώ τη σκάλα.
Μα, έπειτα απ όλα αυτά.
Πατέρα κοίτα. 
Δεν έχω φόβο πια.


Santa Muerte

6.5.15

Έφτασε η νύχτα της γιορτής.
Μα έλειπε η Μουέρτα.
Κόκκινο χρώμα της πληγής.
Κι είν’ η καρδιά μου πέτρα.
*
Μου μιλάν. Φίλοι, γνωστοί.
Μα το μυαλό μου είναι στο χθες.
Γύρω μου άνθρωποι θολοί.
Ράβουν ότι απέμεινε, πολύχρωμες κλωστές.
*
Ένα φεγγάρι άρρωστο ψηλά.
Ψάχνει την κόρη με τα μαύρα.
Φεγγάρι που χει κι άλλη μεριά.
Αβάντα μου Κεντάβρα.
*
Έφτασε βράδυ πιο γλυκό, έσπασε πια το κρύο.
Οινόπνευμα στο στόμα μου, εικόνες ζωντανές.
Το σπίτι είναι ήσυχο, μα έχω στο νου φωνές.
Αφού αλλού χαμογελάς, εγώ θε πια να δύω.
*
Δε μιλάω. Πουθενά.
Κι η πόρτα μέρες κλειστή, μα ακούγεται ο κρότος.
Βάζω τα τραγούδια σου και σκίζω τα χαρτιά.
Του Κώστα το βαλσάμωμα, θλιμμένος πιερότος.
*
Δε θέλω να είμαι μάταιος, δε θέλω να μαι λάθος.
Κι αν κάτι λίγο ένιωσα, το έκαμα σε βάθος.
Τα λόγια μου τόσο φτωχά, ίσως με πράξεις δείχνω.
Δε θέλω. Ούτε χρόνο, ούτε οίκτο.
*
Ένα τσιγάρο δρόμος, ως τη σελήνη.
Κοιτά τ’ αντίπερα η Mουέρτα και καπνίζει.
Τενεκεδάκι κόκκινο, σηκώνει αργά και πίνει.
Στην άκρη από τα μάτια της, ένα λουλούδι ανθίζει.