Ήταν τα σύννεφα που μ' έφεραν εδώ.
Οι ανάσες εύχονται στον ανοιχτό ουρανό.
Εδώ, στην πορφυρή άκρη του κόσμου.
Ειν' ο ορίζοντας δικός μου.
Όσα με φυλακίζουν.
Δε θα με βρουν.
Μαζί με όσες τύψεις έχουν μείνει στο ράφι.
*
Δες τα σημάδια που έχω στην πλάτη.
Μονοπάτια οδηγούν σε ομιχλένια κράτη.
Λουλούδια που ανθίζουν στο συρματόπλεγμα.
Κλάμα να τα ποτίσει, του χρόνου ξόδεμα.
Όσα με πνίγουν.
Πια πόνο δε δίνουν.
Μονάχα αυτή την πικρή ευχαρίστηση, ακόμα ζεις.
*
Ήταν η βροντή που μ' έσυρε εδώ.
Μια αγκαλιά θα πάρω το γκρίζο εαυτό.
Εδώ, στου ουράνιου τόξου το τέρμα.
Θ' αλλάξω επιτέλους δέρμα.
Όσα σε στενοχωρούν.
Θα τα κάνω να χαθούν.
Μ' ένα μαγικό ή έστω, λίγο χιούμορ.
*
Όσα σε στενοχωρούν.
Θα τα κάνω να χαθούν.
Μ' ένα μαγικό ή έστω, λίγο χιούμορ.
*
Περιμένοντας τη μέρα που ο Βόλντεμορτ θ' αναστηθεί.
Κι ο Τζόκερ θα βγει απ' τη στενή με αναστολή.
Πονεμένο χέρι στέλνει γράμματα.
Σε όμορφες καρδιές με ράμματα.
Όσα ονειρεύομαι φεύγουν.
Κατά βάθος ξέρουν.
Πως θα τα κυνηγώ.
Μέχρι να χάσω απ' τα μάτια μου τον ουρανό.
Μέχρι να χάσω απ' τα μάτια μου τον ουρανό.