Halcyon

23.1.14

Μέρες θερμές μεσ’ το χειμώνα.
Δύσκολα με βγάζουν απ’ τα παπλώματα κι από τα μαξιλάρια.
Χάνομαι σε όμορφα κι αγχωτικά όνειρα.
Αφήνοντας τον τρόμο μου κάπου πίσω.
Να τρώει πατατάκια και ποπ-κορν.
Σε μία ταινία που ήταν στα προσεχώς.
Μα κοίτα, τώρα αρχίζει το καλό.
*
Μέρες με πρίμο καιρό.
Βλέπεις τον Κώστα να μη γκρινιάζει.
Κι απορείς.
Με μια φούσκα πάνω απ’ το μικρό σου κεφάλι.
Σαν χαρακτήρας κόμικ.
Αν και τα σκίτσα δεν κλαίνε στα τηλέφωνα.
Ούτε γελάνε με τα χαζά αστεία.
*
Μέρες, σαν άσπρες τρίχες στα μαλλιά.
Χαζεύοντας εφέ καταστροφής στο παρελθόν.
Με μια αβεβαιότητα στο στομάχι για όσα θα συμβούν.
Βγαίνεις από το σινεμά, με ένα εκφραστικό χαμόγελο.
Κι αν σκοτώνουν τάχα τ’ άλογα όταν γεράσουν.
Ποιος είπε ότι εκείνα πεθαίνουν.
Έτσι δεν είναι Ροσινάντε?
*
Μέρες αβολίδωτες σ’ ένα πιστόλι αποκριάς.
Αποδέχομαι τον χειρότερο εαυτό μου.
Και συζητώ μαζί του.
Τις πταέι, quo vadis, άντε μου στον αγύριστο.
Μα, τόσο φλύαρος που είμαι, ότι καλύτερο είπα ποτέ.
Ήταν η σιωπή μου.
*
Μέρες ηλιόλουστες, σταμάτα πια να σκας.
Βγάλε τη διάθεση βόλτα, μαζί με τη μαυρίλα σου
Πέτα ένα κουκουνάρι στο γκρεμό, να δεις ποιο θα πετάξει.
Τα μαύρα μάτια του νοσταλγού βλέπουν καλύτερα.
Άσε που τρώει το πιο νόστιμο ψωμί.
Μην ανησυχείς, μιας και τα πουλιά, οι ψυχές, τα δάκρυα θε να γυρίσουν πάλι.
Αλκυονίδες μέρες.