Linnaeus

6.4.13

Το τσακάλι χορεύει στα ερείπια.
Κρύβοντας την ασχήμια σε καπνούς.
Αγνοεί της μοίρας τα τερτίπια.
Ενώ εσύ καθόλου δε μ' ακούς.
*
Χορεύει: στα πόδια του μπερδεύονται σκουπίδια.
Και οι θεοί σας πέθαναν, πέθαναν στ' αλήθεια.
Έμεινε μόνος άρχοντας στην κούφια πόλη.
Την ώρα που υπάρχει ακόμη.
*
Μια ανάσα, σε κάθε ζωντανό.
Κι ακόμα δεν κατάλαβα πως ήρθαμε ως εδώ.
Μα το θεριό, χορεύει σα να μη βλέπει.
Γυρίζοντας την πλάτη του σε ένα κόσμο χρέπι.
*
Δείξε μου πώς να ονειρευτώ.
Σε χρώμα άσπρο μάυρο.
Μη λες δεν πρέπει, δεν είν γραφτό.
Το πρόσωπο που γκρέμισα να δω.
*
Περπάτα.
Αφού έχεις πόδια πάμε άτα.
Όταν πια, στην κορυφή του συφερτού ανέβεις.
Δεν το νιώθεις μα, χορεύεις.
*
Για μια σταγόνα βροχή, λίγη ζωή ακόμα.
Κατεβαίνει ο παράδεισος, σταγόνα, ξερό μου στόμα.
Παρέα μ' όλα εκείνα που δε φτάνω.
Για όσο ζεις εσύ, δε θέλω να πεθάνω.
*
Κι αν κοιτάξεις ποτέ κατά τη Δύση.
Σπασμένο φλάμπουρο ακόμα ανεμίζει.
Μέσα απ' τα χαλάσματα και πίσω απ' την αιθάλη.
Κοίτα καλά.
Χορεύει το τσακάλι.